Saturday, December 22, 2007

Μια φίλη σήμερα είχε γενέθλια. Έκλεινε τα εικοσιπέντε και την πέτυχα τυχαία σε ένα καινούργιο στέκι παρέα με κάτι τύπους που δεν ήξερα. Φυσικά δεν είχα ιδέα για τα γενέθλια αλλά χάρηκα πολύ μόλις την είδα.

«Τι γίνεται, με τι ασχολείσαι?»
«Δεν έχω τελειώσει, δεξιά και αριστερά...»
«Θυμάμαι ότι είχες κρατήσει επαφή με του υπόλοιπους.»
«Μπα... Πλέον βλέπω μόνο τον Θ. και αυτόν σπάνια... Είναι φαντάρος...»
«Έλα ρε... Και την παλεύει?»
«Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.»

Δεν είχα καμία όρεξη να γνωρίσω τους φίλους της αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ήμουν σίγουρος ότι θα ήταν μαλάκες και τελικά δεν έπεσα έξω. Δεν μπορώ να μιλήσω αντικειμενικά βέβαια, αλλά όποιος βγαίνει για ποτό και συζητά για τις δουλειές που θέλει να κάνει και για τα προγράμματα της νέας γενιάς που θέλει να προλάβει μόνο μαλάκας μπορεί να είναι. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι ο ένας ήταν και γκόμενός της. Αυτό ήταν το τελειωτικό χτύπημα.

«Θυμάσαι τη φάση που είχαμε κάνει στα βραχάκια, πίσω από το τελωνείο?»
«Θυμάμαι... »
«Μου είχες πει ότι αν το συνεχίζαμε θα τα γαμάγαμε όλα.»
«Δίκιο είχα...»
«Ναι, αλλά τελικά τα χρόνια πέρασαν και γαμήθηκαν όλα μόνα τους.»
«Αν το ήξερα θα είχα φερθεί διαφορετικά...»
«Τι εννοείς?»
«Εννοώ ότι δεν θα άφηνα το πάνω κεφάλι να κάνει κουμάντο στο κάτω...»

Χαμογέλασε, αλλά ήταν ξεκάθαρο ότι πλέον δεν μπορούσε να δεχτεί τέτοιες κουβέντες. Δεν υπήρχε η άνεση μεταξύ μας για τέτοια λόγια. Δεν ήμαστε πλέον οι φίλοι που ήμασταν κάποτε. Της ευχήθηκα να της πάνε όλα καλά, γιατί είμαι και κύριος, και γύρισα στο ποτάκι μου.