Saturday, November 10, 2007

Το ένα τσιγάρο διαδεχόταν το άλλο, όμως η νύχτα είχε πολύ δρόμο ακόμα. Οι σκέψεις βασάνιζαν το μυαλό του και δεν άφηναν τα μάτια του να κλείσουν. Αποφάσισε να βγει έξω, να περπατήσει στους έρημους δρόμους. Η βροχή που έπεφτε από νωρίς είχε δώσει άλλη εικόνα στη βρώμικη πόλη. Απολάμβανε πολύ μια νυχτερινή βόλτα, παρέα με τις σκέψεις του και ένα πακέτο τσιγάρα. Ίσως κάπου να σταθεί σε κάποιο παγκάκι να πιει και μια μπύρα. Ναι, ωραία θα είναι... Έχει γίνει και το στόμα τσαρούχι από τα τσιγάρα, είναι ότι χρειάζεται αυτή τη στιγμή. Βγάζει από τη τσέπη το τσιγάρο που είχε κρύψει... Είναι λίγο κάρφωμα αλλά γουστάρει πολύ. Του θυμίζει κάποια χρόνια πριν με καλή παρέα, τσιγάρο στο δρόμο και να σκάνε ντουμάνια σε γριές που τύχαινε να περνάνε... Συνεχίζει ενώ η βροχή άρχισε και πάλι να πέφτει. Σκέφτεται να περάσει μια βόλτα από τα στέκια του αλλά μπορεί να πέσει πάνω σε γνωστούς και δεν το θέλει καθόλου αυτό. Αυτή η βραδιά είναι δική του, δεν θέλει να τη μοιραστεί με κανέναν. Δεν έχει όρεξη για κουβέντες άλλωστε. Φτάνει στο λιμάνι και αράζει να πιει μια μπύρα. Ερημιά... Το μυαλό του ταξιδεύει σε ανθρώπους που έχει πληγώσει και σε αυτούς που τον πλήγωσαν. Καταλαβαίνει ότι δεν έχει σημασία να τα σκέφτεται όλα αυτά. Άλλωστε όλα είναι μέσα στο παιχνίδι, πρέπει να τα δέχεσαι όλα και να προχωράς. Χτυπάει το κινητό του... Μήνυμα... Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που χρειαζόταν τώρα. Διάβασε το μήνυμα και αισθάνθηκε εξαντλημένος. Πάλι η ίδια ιστορία, τα ίδια λόγια, διαφορετικά συναισθήματα... Δεν μπορούσε να ασχοληθεί άλλο με αυτό το μήνυμα, δεν ήθελε... Το έσβησε αμέσως, έκλεισε το κινητό του, άναψε ένα τσιγάρο και ξεκίνησε για το σπίτι. Στη διαδρομή πήρε τις αποφάσεις του, τις ίδιες αποφάσεις που είχε πάρει και στο παρελθόν αλλά δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει. Αυτή τη φορά όμως ένιωθε σίγουρος, σίγουρος για τον εαυτό του, για τις αποφάσεις του. Μπήκε στο σπίτι, έβγαλε τα ρούχα του, ξάπλωσε στο κρεβάτι και άναψε ένα τελευταίο τσιγάρο. Τράβηξε δυο δυνατές τζούρες και το άφησε να καίγεται στο τασάκι. Τα μάτια του έκλεισαν αμέσως. Είχε μερικές ώρες μπροστά του μέχρι να χτυπήσει το ξυπνητήρι...